Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο «απελευθερώνει» την Airbnb

Το δρόμο της δικαιοσύνης ακολουθεί η Airbnb έπειτα από φάκελο που κατάρτισε η Γαλλική Εισαγγελία

 

Της Μαρίας Ακριβού

Σε «σπαζοκεφαλιά» έχει μετατραπεί το θέμα της Airbnb για πολλές ευρωπαϊκές χώρες στις οποίες έχει παρουσία η εν λόγω πλατφόρμα. Η συζήτηση για το αν θα πρέπει να μπουν φραγμοί ή αν πρέπει να θεωρείται τουριστική υπηρεσία και να ρυθμίζεται από τις εθνικές ή τις τοπικές αρχές, καλά κρατεί με το ερώτημα να φτάνει μέχρι τις αίθουσες του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου, το οποίο από ότι φαίνεται «απελευθερώνει» με πρότασή του την Airbnb.

O Maciej Szupunar, γενικός εισαγγελέας του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου, με εισήγησή του σε σχετική προσφυγή που είχε κάνει το 2017 η Ένωση Τουριστικών Επιχειρήσεων του Παρισιού, αναφέρει πως οποιοδήποτε κράτος της ΕΕ επιθυμεί να επιβάλει περιορισμούς στην Airbnb, θα πρέπει πρώτα να ζητήσει από την Ιρλανδία – χώρα η οποία αποτελεί και την ευρωπαϊκή βάση δραστηριοποίησης της πλατφόρμας που στηρίζεται στο μοντέλο της οικονομίας διαμοιρασμού στα ακίνητα - να αναλάβει δράση.

Ο κ. Szupunar ήταν κατηγορηματικός ξεκαθαρίζοντας πως πριν εφαρμοστούν πρόσθετοι περιορισμοί στην Airbnb επιβάλλεται να γίνει διάλογος με την Ιρλανδία. Παράλληλα, απέρριψε τη θέση της Γαλλίας που πρότεινε η εν λόγω υπηρεσία να ορίζεται πλέον ως εταιρεία ακινήτων, πράγμα που σημαίνει ότι θα απαιτούνταν η επιβολή μεγαλύτερου αριθμού περιορισμών και εξήγησε πως  θα πρέπει να αντιμετωπίζεται ως πάροχος ψηφιακών υπηρεσιών και να είναι ελεύθερη να λειτουργεί σε όλη την Ευρωπαϊκή Ένωση.

Η βασική του θέση είναι πως μια υπηρεσία που αφορά στη διασύνδεση δυνητικών επισκεπτών με ιδιοκτήτες που προσφέρουν βραχυπρόθεσμα καταλύματα, μέσω ηλεκτρονικής πύλης, και αφορά μια κατάσταση κατά την οποία ο πάροχος της υπηρεσίας αυτής δεν ασκεί έλεγχο επί των ουσιωδών διαδικασιών της παροχής αυτών των υπηρεσιών, συνιστά υπηρεσία της κοινωνίας της πληροφορίας.

O γενικός εισαγγελέας του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου, Maciej Szupunar.

Επικαλούμενος την ισχύουσα οδηγία για το ηλεκτρονικό εμπόριο, τονίζει πως και η Airbnb έχει το δικαίωμα να παρέχει ψηφιακές υπηρεσίες σε ολόκληρη την ΕΕ χωρίς περιορισμούς.

Προς το παρόν μιλάμε για εισήγηση και όχι για τελική απόφαση που θα καθορίσει το πλαίσιο λειτουργίας και την «ταυτότητα» της Airbnb. Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο θα συνεδριάσει και θα ανακοινώσει την απόφαση του το φθινόπωρο ή τον ερχόμενο χειμώνα, αλλά είναι πολύ πιθανό η συγκεκριμένη πρόταση να γίνει αποδεκτή από την ολομέλεια του δικαστηρίου.

Πώς φτάσαμε στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο

Υπενθυμίζεται πως τον Μάρτιο του 2017 καταρτίστηκε φάκελος  από τη Γαλλική Εισαγγελία έναντι της Airbnb για δύο εικαζόμενες παραβάσεις του νόμου. Η υπόθεση παραπέμφθηκε σε δικαστήριο του Παρισιού, ενώ μια αστική υπόθεση εκδόθηκε από έναν γαλλικό οργανισμό τουρισμού.

Η διοίκηση της Airbnb, όπως ήταν φυσικό, δεν αποδέχτηκε τις κατηγορίες και πέρασε στην αντεπίθεση υποστηρίζοντας πως οι εμπορικές της δραστηριότητες που σχετίζονται με το να φέρνει σε επαφή ιδιοκτήτες ακινήτων με όσους αναζητούν στέγαση, δεν συνιστούν δραστηριότητα μεσιτείας ακινήτων. Την ίδια στιγμή, η εφαρμογή του γαλλικού νόμου Loi Houguet, που απαιτεί από τους κτηματομεσίτες να πληρούν μια σειρά επαγγελματικών προτύπων, συμπεριλαμβανομένης της ασφάλισης αστικής ευθύνης, δεν ήταν η κατάλληλη. Ενώ το «κερασάκι στην τούρτα» ήταν το γεγονός πως η γαλλική νομοθεσία της περιόρισε το δικαίωμα να παρέχει τις υπηρεσίες της βάσει της νομοθεσίας που ισχύει στους κόλπους της ΕΕ.

Η υπόθεση πήρε το δρόμο του δικαστηρίου με το Παρίσι να την παραπέμπει στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο στο Λουξεμβούργο και σύσσωμη την επιχειρηματική κοινότητα να αναμένει με αγωνία τος εξελίξεις.

H Κατερίνα Μάνου, Διευθύνουσα Σύμβουλος της IWC

 «Οι νέες τάσεις της αγοράς που διαμορφώνονται από την τεχνολογική εξέλιξη δεν μπορούν και δεν θα πρέπει να αντιμετωπίζονται με παροχυμένες νομοθεσίες» δηλώνει στον «Φ» η Κατερίνα Μάνου, Διευθύνουσα Σύμβουλος της IWC (Ιnter­national Workplace Group) για Ελλάδα, Κύπρο, Βουλγαρία και Μέση Ανατολή, ενός νέου κόνσεπτ εργασιακών χώρων που προσφέρουν έτοιμα γραφεία για σύντομη ή μακροχρόνια ενοικίαση σε κάθε τύπου εταιρείες, από πολυεθνικές μέχρι startups.

Η ίδια επισημαίνει πως το θεσμικό πλαίσιο πρέπει να αναμορφωθεί ώστε να ανταποκρίνεται στις νέες ανάγκες συγκεκριμένων κλάδων και των καταναλωτών και διευκρινίζει πως στην περίπτωση της IWG, γίνεται διαχείριση του ακινήτου για λογαριασμό του ιδιοκτήτη και πως δεν αποτελούν μόνο μια διαμεσολαβητική πλατφόρμα συνάντησης ιδιοκτητών και μισθωτών.

«Από τη στιγμή που το προϊόν δεν ανήκει στην Airbnb και το βασικό αντικείμενο της πλατφόρμας έχει να κάνει με το διαμοιρασμό της πληροφορίας, θα ήταν λάθος να την μετονομάσουμε σε αμιγώς real estate εταιρεία» λέει από την πλευρά του ο Θεολόγος Μπόσδας, Γενικός Γραμματέας της Ένωσης Πιστοποιημένων Πραγματογνωμόνων Μεσιτών Ακινήτων (ΕΠΑ) τονίζοντας πως οι όποιοι περιορισμοί εφαρμοστούν θα πρέπει να έχουν ως αποδέκτες τους ιδιοκτήτες των ακινήτων.

Εστιάζοντας στην Κοινωνία της Πληροφορίας, αναφέρει πως στην Ελλάδα το Υπουργείο Οικονομικών γνωρίζει τον αριθμό των μακροχρόνιων και των βραχυχρόνιων μισθώσεων, γεγονός που του επιτρέπει να υιοθετήσει κάτι ανάλογο με το rent control που ισχύει στην Αμερική, σύμφωνα με το οποίο για την εύρυθμη λειτουργία κάθε περιοχής και την αποφυγή του φαινομένου μη εύρεσης κατοικίας από τους ντόπιους, έχει προκαθοριστεί ένας συγκεκριμένος αριθμός μισθώσεων, καθώς επίσης και το ανώτατο ύψος που μπορούν να φτάσουν. Υπενθυμίζει δε πως στις παραθεριστικές, κυρίως, περιοχές εξακολουθεί να υπάρχει πολύ μεγάλη έλλειψη διαθέσιμων ακινήτων για τους Έλληνες πολίτες και πως τα ποσά που απαιτούνται για την ενοικίασή τους είναι υπέρογκα.

«Είναι πολύ σημαντικό να καταλάβουμε ότι πρέπει να υπάρχουν όρια, βάσει των οποίων θα ικανοποιείται μια μερίδα ελεύθερων επαγγελματιών που χρησιμοποιεί για βιοπορισμό αυτό το εισοδηματικό μοντέλο, αλλά ταυτόχρονα να λαμβάνεται υπόψη και το κοινωνικό προφίλ της Πολιτείας. Η δυσκολία έγκειται στην κατάρτιση των κριτηρίων με τα οποία θα επιλέγεται ένα ακίνητο για να μπει στη βραχυχρόνια μίσθωση. Γιατί σίγουρα ένα μεγάλο ποσοστό ιδιοκτητών ακινήτων θα πρέπει αναγκαστικά να αποκλειστεί».

Ο κ. Μπόσδας θεωρεί πως από τη στιγμή που το Κράτος έχει στη διάθεσή του τα στοιχεία αναφορικά με το ποιος έχει εγγραφεί στην πλατφόρμα του Airbnb, οι διαδικασίες είναι διαφανείς και δεν επηρεάζουν αρνητικά την αγορά. Άλλωστε, όπως λέει, μπορεί να υπάρχει παγκοσμίως μια γκρίζα ζώνη ως προς τον τρόπο πληρωμής και κάποιοι να προτιμούν τα μετρητά δίχως την έκδοση απόδειξης, ωστόσο, η ιστορία έχει δείξει, ότι για λόγους ασφαλείας, αλλά και για να εξακολουθούν να παραμένουν ενεργά τα εγγεγραμμένα μέλη της πλατφόρμας, οι ιδιοκτήτες ακινήτων στην πλειονότητά τους επιλέγουν την οδό της ηλεκτρονικής συναλλαγής.   

Όσο για το αν το Airbnb θα έχει την ίδια τύχη με την uber, ο Γ.Γ. της ΕΠΑ σπεύδει να ξεκαθαρίσει πως πρόκειται για εντελώς διαφορετικές περιπτώσεις. «Η αποχή του uber είναι προσωρινή και αυτό γιατί η αγορά δεν είναι ακόμα έτοιμη να δεχτεί κάτι που θα αλλάξει άρδην τα δεδομένα. Όσο και να εξεγείρεται ο Πρόεδρος του ΣΑΤΑ, Θύμιος Λυμπερόπουλος για τη λειτουργία της, αυτό που θα ζήσουμε σε 10 χρόνια από σήμερα θα είναι εξωπραγματικό. Θα περάσουμε σε αυτοματοποιημένα ταξί χωρίς οδηγό, όπου ο χρήστης θα αγοράζει πακέτο σύνδεσης για τις μεταφορές του, ακριβώς όπως κάνει σήμερα με το κινητό του» καταλήγει ο κ. Μπόσδας.

Η ανάπτυξη του διαδικτύου και των αμέτρητων καινοτόμων εφαρμογών του αλλά και η αξιοποίηση των νέων τεχνολογικών εργαλείων προς όφελος των επιχειρήσεων, καθιστούν σαφές πως η «Οικονομία του Διαμοιρασμού» είναι μονόδρομος. Η Ευρώπη δεν μπορεί να γυρίσει την πλάτη σε ένα επιχειρηματικό μοντέλο που εφαρμόζεται με επιτυχία εδώ και χρόνια στην Αμερική. Οποιαδήποτε προσπάθεια αναχαίτισης του συγκεκριμένου φαινομένου θα σήμανε αποκλεισμό της Γηραιάς Ηπείρου από την Παγκόσμια Αγορά. Το ζητούμενο είναι η δημιουργία ενός πλαισίου που δεν θα έρχεται σε ρήξη, αλλά  θα λειτουργεί συμπληρωματικά με τα παραδοσιακά οικονομικά μοντέλα λειτουργίας.

*Το άρθρο δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Φιλελεύθερος